Νίκος Γκάτσος… ήθελε τον ποιητικό λόγο να τραγουδιέται!
ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΤΣΟΣ… ΗΘΕΛΕ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΛΟΓΟ ΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΕΤΑΙ!
“Πολλοί συγκαταλέγουν τον Γκάτσο ανάμεσα σε όλους εκείνους που γράφουν στίχους. Όμως αυτός δεν έχει σχέση με τους άλλους. Ο ένας ξεκινάει από την ποίηση , οι άλλοι ξεκινάνε από τους στίχους και προσπαθούν να πλησιάσουν την ποίηση, αλλά παραμένουν στιχουργοί. Ενώ ο Γκάτσος, παρ’ όλο που στιχουργεί για να κάνει ένα τραγούδι, παραμένει πάντα ποιητής”.
Μάνος Χατζιδάκις
Να ένα ζωντανό παράδειγμα αυτής της ικανότητας του.
Θα φέρει η θάλασσα πουλιά
κι άστρα χρυσά τ’ αγέρι
να σου χαϊδεύουν τα μαλλιά
να σου φιλούν το χέρι.
Χάρτινο το φεγγαράκι
ψεύτικη η ακρογιαλιά
αν με πίστευες λιγάκι
θα’ ταν όλα αληθινά.
Ο Νίκος Γκάτσος γεννήθηκε το 2011, αν και υπάρχουν κάποιες μαρτυρίες που λένε πως γεννήθηκε το 1914.
Είναι ο “ποιητής του ενός ποιήματος”, αλλά και ο θεμελιωτής του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού, μέσα από εκατοντάδες στιχουργήματα – ποιήματα, που στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 “έντυσαν” με μουσική μεγάλοι συνθέτες όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Δήμος Μούτσης, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και άλλοι.
“Ποιητής του ενός ποιήματος” γιατί εξέδωσε μόνο μία ποιητική συλλαγή. Την “Αμοργό” (1943). Το βιβλίο αυτό αποτελείται από 20 σελίδες και στην πρώτη του έκδοση κυκλοφόρησαν μόλις σε 308 αντίτυπα! Παρά τις πρώτες όμως αρνητικές κριτικές που πήρε, έμελλε να συμπεριληφθεί στα σημαντικότερα ελληνικά ποιητικά έργα.
Την περίοδο της δικτατορίας, η λογοκρισία της Χούντας απαγόρευσε την κυκλοφορία του τραγουδιού του με τίτλο: “Πάει ο καιρός”, απ’ όπου και οι παρακάτω στίχοι:
Πάει ο καιρός πάει ο καιρός
που ήταν ο κόσμος δροσερός
και κάθε αυγή ξεκινούσε μια πληγή
για να ποτίσει όλη τη γη.
Τι φόβος κι αυτός των ανθρώπων της Χούντας! Ακόμα και μέσα στο λυρισμό της ποήσης έβλεπαν κρυμμένα φαντάσματα.
Ήρθε ο καιρός που η Χούντα έπεσε. Και τότε ο ποιητής απάντησε:
Ήρθε ο καιρός ‘ηρθε ο καιρός
πάνω στου κάσμου την πληγή
ήρθε ο καιρός ήρθε ο καιρός
να ξαναχτίσετε τη γη…
Δεν είχαν περάσει ούτε δέκα χρόνια από τη πτώση της Χούντας και την “είσοδο” στην περίοδο της μεταπολίτευσης και ο Νίκος Γκάτσος που φαίνεται πως πίστευε κι αυτός, όπως και τόσοι άλλοι Έλληνες, ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες, απογοητευμένος έγραφε, μεταξύ άλλων στίχων, για τις ανάγκες της ταινίας του Κώστα Φέρη “Το Ρεμπέτικο”:
Τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα
μου τα’ πες με το πρώτο σου το γάλα
μα τώρα που ξυπνήσανε τα φίδια
εσύ φοράς τ’ αρχαία σου στολίδια
και δε δακρύζεις μάνα μου Ελλάς
που τα παιδιά σου σκλάβους ξεπουλάς.
Ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε για τον ποιητή: “Ο Νίκος Γκάτσος ήταν ένας πολύ αυστηρός φίλος κατά τον Μάνο Χατζιδάκι. Έλεγε τα απαραίτητα. Έζησε βίο ασκητικό. Μακρυά από την πολύ συνάφεια του κόσμου και τις πολλές κινήσεις και ομιλίες. Εσιώπησε πολύ…και τραγούδησε απίστευτα. Οι στίχοι των τραγουδιών του, πραγματικά ποιήματα οι περισσότεροι, μας διδάσκουν τι πάει να πει αρρενωπότητα της δημοτικής παράδοσης, οργανική λειτουργία της ομοικαταληξίας , ήθος της ελληνικής”.
Ο Γκάτσος κάθε τόσο, μέσα από την ποίηση, έστελνε τα δικά του μηνύματα που αντιπροσώπευαν τους περισσότερους Έλληνες. Ένα τέτοιο μήνυμα διαβάζουμε στο τέλος του έργου του με τίτλο: “Ελλαδογραφία”.
Πότε θ ‘ανθίσουνε τούτοι οι τόποι;
Πότε θα’ ρθουνε καινούργιοι ανθρώποι
να συνοδεύσουνε τη βλακεία
στην τελευταία της κατοικία;
Κι ας θυμηθούμε ακόμη πως τελειώνει το ποίημα του, “Κεμάλ”, που βρίσκεται στην ποιητική συλλογή του με γενικό τίτλο, “Αντικατοπτρισμοί” (μελοποίηση Μάνος Χατζιδάκις):
… Καληνύχτα , Κεμάλ. Αυτός ο κόσμος
δε θ ‘αλλάξει ποτέ…
(Στην αρχή και στο τέλος του τραγουδιού που ακολουθεί, ακούγεται ο Μάνος Χατζιδάκις).
Έτσι, μέσα στο ίδιο πνεύμα, που αποτυπώνει όμως όχι τον πεσιμισμό, αλλά τον ρεαλισμό του κόσμου μας, του μήνυσε τραγουδώντας – αφού εκείνος είχε φύγει πια για τους ποιητές των ουρανών- ο συνθέτης Γιώργος Ανδρέου.
…Όλα, κύριε Νίκο, είναι εδώ,
όπως τα άφησες εσύ
κι όπως τα ξέρεις
από της λύπης τον καιρό!
Όμως εμείς θα τελειώσουμε αισιόδοξα το αφιέρωμα στο Νίκο Γκάτσο.
Πως; ακούγοντας το ποίημα του “Μια Κυριακή του Μάρτη”, σε μελοποίηση Λουκιανού Κηλαηδόνη. (Μέρος του ποιήματος αυτού υπάρχει σε τεύχος της “Γλώσσας” της Α! τάξης του Δημοτικού Σχολείου).
Μια Κυριακή του Μάρτη
και μια Σαρακοστή
εσύ ‘σουν στο κατάρτι
κι εγώ στην κουπαστή.
Κρατούσαμε το δάκρυ
στα ματοτσίνορα ,
για μας δεν είχαν άκρη
της γης τα σύνορα.
Δε σου’ στειλα το μήλο
και σ’ έχασα από φίλο,
μα μ’ένα πορτοκάλι
θα σε κερδίσω πάλι.
Φίλα με της καρδιάς μου καραβοκύρη
να ξαναπιώ τον ήλιο σ’ ένα ποτήρι.
Φίλα με Αυγερινέ μου να γίνω Πούλια,
τραγούδι να μου λένε τα θαλασσοπούλια.
Μια Κυριακή του Μάρτη
και μια Σαρακοστή
κρεμάσαμε στο χάρτη
μια κόκκινη κλωστή
και δίπλα στο τιμόνι
όταν γυρίσαμε
το πρώτο χελιδόνι
καλωσορίσαμε.
Δε σου’ στειλα το μήλο
και σ’ έχασα από φίλο
μα μ’ ένα πορτοκάλι
θα σε κερδίσω πάλι.
Φίλα με της καρδιάς μου………………….