Μουσική και παιχνίδι
«Παλιότερα θεωρούσαν το παιχνίδι σαν εκτόνωση για την πλεονάζουσα ενέργεια του ανθρώπου. Άλλα μια τέτοια απλοποιημένη άποψη τίποτε δεν εξηγεί. Το παιχνίδι κλείνει μέσα του την έντονη δράση, επομένως αδιάκοπη έρευνα του κόσμου που το περιβάλλει. Το παιχνίδι εξασφαλίζει στο παιδί ένα διαρκή χείμαρρο νέων ειδήσεων. Στο παιχνίδι εξασκούνται οι κινητικές δεξιότητες, μαζί και οι πιο σύνθετες. Αργότερα θα χρειαστούν όχι μόνο στο παιχνίδι. Σπουδαία λειτουργία του παιχνιδιού είναι η σύναψη σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους…»
Αλεξάντρ Λουκ
Το παιχνίδι αποτελεί μια δραστηριότητα με κύριους σκοπούς, τη δημιουργία συνθηκών ευχαρίστησης , έντονων συγκινήσεων και χαράς. Έτσι, η «παρουσία» του παιχνιδιού κατά τη διάρκεια μουσικών δράσεων, προσθέτει ψυχική ευφορία δίπλα σε αυτή που η μουσική από μόνη της προσφέρει σε κάθε συμμετέχοντα, μικρό ή μεγάλο.
Βέβαια η μουσική δεν είναι τίποτα άλλο από ένα παιχνίδι! το λένε και οι εκφράσεις που χρησιμοποιούμε: «παίζουμε μουσική», παίζουμε με τα τάδε μουσικά όργανα…» κ.λπ.
Ειδικά στις μικρές ηλικίες , η μουσική διδάσκεται και μαθαίνεται μέσα από το παιχνίδι. Γι’ αυτό ίσως αρκετοί άνθρωποι αυτής της τέχνης δυσανασχετούν με το σκεπτικό και τις πρακτικές των Ωδείων και άλλων συναφών μουσικών ιδρυμάτων, να κρατούν την εκμάθηση της μουσικής μακριά από το «μέσο» του κινητικού παιχνιδιού.
Η «καταστολή» του παιχνιδιού όταν συμβαίνει μέσα στις σχολικές τάξεις , σε οποιεσδήποτε ηλικίες και στο πλαίσιο οποιονδήποτε μαθημάτων και κυρίως των μαθημάτων Τέχνης, «εμποδίζει» την ανάπτυξη της δημιουργικότητας και της κοινωνικοποίησης. Επίσης αναστέλλει την εμφάνιση θετικών συναισθημάτων με αποτέλεσμα τον περιορισμό της ψυχικής ικανοποίησης.
Το παιχνίδι και η Τέχνη της μουσικής αποτελούν δραστηριότητες που εξίσου συμβάλλουν στην ανάπτυξη της γνωστικής, της συναισθηματικής και της κινητικής νοημοσύνης. Κάτι που δεν αποτελεί τον στόχο των εκπαιδευτικών συστημάτων, καθώς αυτά, ως γνωστόν, «επενδύουν» κατά κόρον στο γνωστικό τομέα.
Αξίζει τον κόπο να διαβάσουμε τι έχει πει ο Πιαζέ για το παιχνίδι στο σχολείο: «Το παιχνίδι είναι μια τυπική περίπτωση αγωγής που το παραδοσιακό σχολείο απέκλεισε γιατί του φαινόταν πως δεν διέθετε καμιά λειτουργική σημασία. Για την τρέχουσα παιδαγωγική δεν είναι παρά μια ξεκούραση ή η εκτόνωση μιας πλεονάζουσας ενέργειας».
Ελάχιστα , το παιχνίδι γίνεται αντιληπτό ως μέσο διδασκαλίας και μάλιστα ικανό να «τροφοδοτεί» και να αναπτύσσει και τις τρεις μορφές ευφυΐας, τη γνωστική, τη συναισθηματική και την κινητική. Το παιχνίδι, όταν παίρνει τη θέση που του αξίζει στη μετάδοση των γνώσεων, μετατρέπει τη μάθηση από «αγγαρεία» , σε βαθιά επιθυμία για πειραματισμό, για επικοινωνία, για ανταλλαγή για δημιουργική και βιωματική επεξεργασία των προτεινόμενων γνωστικών «υλικών».
Το παιχνίδι λοιπόν «ανοίγει δρόμους» για να «περάσει» η γνώση στο νου, μέσα από το σώμα που κινείται, την ψυχή που «αντιλαμβάνεται» με τον δικό της ιδιαίτερο τρόπο, τα συναισθήματα που «συνδράμουν» με τη θετικότητα τους.
Ιδιαίτερη αξία έχουν τα παιχνίδια «φανταστικών ρόλων» ή «φανταστικών καταστάσεων» , που αλλιώς λέγονται και παιχνίδια «εξεπίτηδες». Τέτοια παιχνίδια βλέπουμε να παίζουν συχνά τα παιδιά. Κατά τη διάρκεια αυτών των παιχνιδιών δίνεται η δυνατότητα σ’ αυτούς που παίρνουν μέρος, να καλλιεργούν την ικανότητα να φαντάζεται κανείς τον εαυτό του στη θέση κάποιου άλλου. να «ταυτίζεται» με ένα «ήρωα» μιας υπαρκτής, ή μιας φανταστικής ιστορίας. Να συμπάσχει καθώς «ενσαρκώνει» θετικά αλλά και αρνητικά συναισθήματα άλλων.
Αυτού του είδους τα παιχνίδια είναι πολύ σημαντικά για τη Συναισθηματική Αγωγή των παιδιών γιατί τα ευαισθητοποιούν με ένα άτυπο τρόπο σε αυτό που καλούμε ενσυναίσθηση. Έτσι, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι τα παιχνίδια τύπου «εξεπίτηδες» αποτελούν «τα πρώτα βήματα» εξάσκησης των παιδιών στη στάση της ενσυναίσθησης, της ικανότητας δηλαδή «να μπαίνουν στη θέση και στα συναισθήματα των άλλων», ενώ ταυτόχρονα θα «προστατεύουν» την ψυχική τους διάθεση.
Τα λεγόμενα Μουσικά Παιχνίδια , αν και έχουν ως κύριο στόχο τους την παιγνιώδη και ευχάριστη προσέγγιση – κυρίως των μουσικών εννοιών και ρυθμικών φαινομένων- συμβάλλουν παράλληλα στην καλλιέργεια της συναισθηματικής νοημοσύνης των παιδιών, μέσα από την εφαρμογή βασικών αρχών της συναισθηματικής αγωγής.
Οι γονείς είναι πολύ σημαντικό , να παίζουν με τα παιδιά τους. Μόνο τότε καταλαβαίνουν καλύτερα την αξία του παιχνιδιού. Αξία που κάποτε έζησαν κι αυτοί, και ίσως την έχουν ξεχάσει. Αν είστε γονιός ακούστε λοιπόν το κάλεσμα του παιδιού σας για παιχνίδι και ανταποκριθείτε.
Μπορεί αυτή τη φορά να είναι ένα κάλεσμα για ανέμελο, ξένοιαστο παιχνίδι, χωρίς «νικητές» , χωρίς «αντιπαλότητα», όπως αυτό που «έρχεται» μέσα από το ποίημα-τραγούδι που ακολουθεί.
ΜΠΑΜΠΑ ΕΛΑ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΜΟΥΣΚΕΜΑ!
Να παίζω στη βροχή πολύ μ’ αρέσει
Ιδίως να πηδώ μες τα νερά
Κι αν ξέρω ακόμα «ξύλο πως θα πέσει»
Και τούτο το ξεχνώ καμιά φορά.
«Δεν είμαι από ζάχαρη να λιώσω»,
Θυμήσου ότι έπαιζες κι εσύ!
Το χέρι αν θέλεις τώρα θα σου δώσω
Για να τσαλαβουτήσουμε μαζί!
Και αν βαθιά ως το κόκκαλο μουσκέψω
Θα είναι κάτι που θα το χαρώ.
Θ’ αλλάξω ρούχα όταν επιστρέψω
Για να σοβαρευτώ έχω καιρό!
Μπαμπά μου άκου ,πάλι θα στο πω:
«Σαν τον καλό Χειμώνα Σ’ αγαπώ!»
Τα Μουσικά Παιχνίδια μπορεί να είναι «πανταχού παρόντα!». Στο παραπάνω παιδικό ποίημα αν βάλουμε μουσική θα γίνει τραγούδι. Είτε ως τραγούδι, είτε ως ποίημα, μπορεί να βοηθήσει στην προσπάθεια μας να δουλέψουμε με τα παιδιά μια μουσική ή ρυθμική έννοια. Έστω ότι θέλουμε να δουλέψουμε την έννοια «σιγά – δυνατά». Με σιγανό ή δυνατό τραγούδισμα ή με ανάλογη απαγγελία , μπορούμε να οδηγηθούμε στη βίωση του «σιγά –δυνατά». Για παράδειγμα, κινητικά μπορούμε να αποδώσουμε το «σιγά» με μαζεμένο το σώμα και το δυνατά με απλωμένο το σώμα. Ή με άλλους τρόπους που θα σκεφτούμε. Ας θυμόμαστε πως τα μαθήματα μπορούμε να τα φτιάχνουμε σε συνεργασία με τα παιδιά μας, με τους μαθητές μας, από ένα σημείο και μετά!